- παλαιοοικολογία
- η(παλαιοντ.) κλάδος τής οικολογίας που ασχολείται με τη μελέτη τών σχέσεων ανάμεσα στους απολιθωμένους οργανισμούς και στα παλαιοπεριβάλλοντά τους.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Πικέρμι — Οικισμός της Αττικής, στις νότιες υπώρειες της Πεντέλης, από την περιοχή του οποίου προέρχονται σπουδαία παλαιοντολογικά ευρήματα, γνωστά ως πικερμική πανίδα. Υπάγεται στη νομαρχία Ανατολικής Αττικής, του νομού Αττικής. Κατά τη διάρκεια της… … Dictionary of Greek